- θεηταί
- θεατήςone who seesmasc nom/voc pl (ionic)
Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.
Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.
θεῆται — θεάομαι gaze at pres subj mp 3rd sg (doric) θεάομαι gaze at pres ind mp 3rd sg (doric) θεάομαι gaze at pres subj mp 3rd sg (epic ionic) θεάομαι gaze at pres ind mp 3rd sg (epic doric ionic aeolic) θεάω gaze at pres subj mp 3rd sg (doric) θεάω… … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
θέα — Ονομασία δύο οικισμών. 1. Ημιορεινός οικισμός (υψόμ. 350 μ., 62 κάτ.) στην πρώην επαρχία Μεγαρίδος του νομού Αττικής. Βρίσκεται στο δυτικό άκρο του νομού, στις ανατολικές απολήξεις του Μακρού Όρους, 41 χλμ. ΒΔ της Αθήνας. Υπάγεται διοικητικά στον … Dictionary of Greek